top of page

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, ενώ έλκει την καταγωγή του από την Μυτιλήνη. Το Ελύτης ήταν το ψευδώνυμο του καθώς το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλης.

Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, Ήλιος ο πρώτος, Προσανατολισμοί και άλλα πολλά. Θεωρείται ένας από τους ποιητές που ανανέωσαν την ελληνική ποίηση. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν και φυσικά οι ποιητικές συλλογές του μεταφράστηκαν σε δεκάδες ξένες γλώσσες.

Σε ηλικία 3 ετών, η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα. Το φθινόπωρο του 1924 άρχισε να συνεργάζεται με το περιοδικό «Η Διάπλασις των Παίδων», χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα. Λατρεύει την φύση, τα ταξίδια, την άθληση και την λογοτεχνία.

Η οικογένειά του τον πιέζει να σπουδάσει χημικός, αλλά τελικά το 1930 γράφεται στη Νομική. Το 1935 γνωρίζει τον Σεφέρη, τον Κατσίμπαλη, τον Θεοτοκά και τον Καραντώνη, οι οποίοι εκδίδουν το περιοδικό «Νέα Γράμματα», όπου τον Νοέμβριο δημοσιεύει μια σειρά ποιημάτων με το ψευδώνυμο «Ελύτης» για πρώτη φορά και το οποίο θα κρατήσει για την υπόλοιπη ζωή του.

Με την έναρξη του πολέμου ο Ελύτης κατατάσσεται στον στρατό. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 μετατέθηκε στη ζώνη πυρός και στις 26

Φεβρουαρίου του επόμενου χρόνου μεταφέρθηκε με σοβαρό κρούσμα κοιλιακού τύφου στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων και γλιτώνει από θαύμα.

Στη διάρκεια της κατοχής υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του «Κύκλου Παλαμά», που ιδρύθηκε στις 30 Μαΐου του 1943. Το 1945 διορίζεται  Διευθυντής Προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, έπειτα από σχετική σύσταση του Σεφέρη, που ήταν διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αντιβασιλέα Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού. Το 1948 εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης.

Το καλοκαίρι του 1950 ταξίδεψε στην Ισπανία ενώ κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Λονδίνο, από τα τέλη του 1950 μέχρι τον

Μάιο 1951, συνεργάστηκε με το BBC. Λίγο νωρίτερα είχε ξεκινήσει τη σύνθεση του Άξιον Εστί. Το 1953 ανέλαβε και πάλι για έναν χρόνο τη Διεύθυνση Προγράμματος του Ε.Ι.Ρ., διορισμένος από την κυβέρνηση Παπάγου. Στο τέλος της χρονιάς, έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Πολιτισμού στη Βενετία και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν.

Το 1958, μετά από μία δεκαπενταετή περίπου περίοδο ποιητικής σιωπής, δημοσιεύτηκαν αποσπάσματα από το Άξιον Εστί στην Επιθεώρηση Τέχνης. Το έργο εκδόθηκε τον Μάρτιο του 1960 από τις εκδόσεις Ίκαρος. Μάλιστα, απέσπασε για το Άξιον Εστί το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης.

Το 1964 ξεκίνησε η ηχογράφηση του μελοποιημένου Άξιον Εστί από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ η συνεργασία του Ελύτη με τον συνθέτη είχε ξεκινήσει ήδη από το 1961. To 1965 του απονεμήθηκε από τον Βασιλέα Κωνσταντίνο το παράσημο του Ταξιάρχου του Φοίνικος. Το 1978 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Οι βραβεύσεις συνεχίστηκαν τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων  η απονομή φόρου τιμής σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων, το Χρυσό Μετάλλιο Τιμής του Δήμου Αθηναίων, η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, η ίδρυση έδρας νεοελληνικών σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη» στο πανεπιστήμιο Rutgers του Νιου Τζέρσεϊ, καθώς και η απονομή του αργυρού μεταλλίου Benson από τη Βασιλική Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου.

Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996 από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα.

 

 

 

ΓΝΩΡΙΖΑΤΕ ΟΤΙ…

 

– Το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλλης

– Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης

– Είναι ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Ο Οδυσσέας Ελύτης εξηγεί πως έγραψε το Αξιον Εστί !

 

 

 

 

 

 

 

«Οσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο, την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα μου την έδωσε η διαμονή μου στην Ευρώπη τα χρόνια του '48 με '51. Ηταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά μαζί - πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος - δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι την μέρα που κατέβαινα να μπω στο αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά που παίζανε σε ένα ανοιχτό οικόπεδο. Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα παρατηρώ. Ητανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια. Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα με γόνατα παραμορφωμένα, με ρουφηγμένα πρόσωπα. Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών. Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα, ήταν η μοιρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει. Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες φωνές. Ηταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά μου και μ' άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση.

Ητανε δέος μπροστά στην τρομακτική αντίθεση, συντριβή μπροστά στην τόση αδικία, μια διάθεση να κλάψεις και να προσευχηθείς περισσότερο, παρά να διαμαρτυρηθείς και να φωνάξεις. Ητανε η δεύτερη φορά στη ζωή μου - η πρώτη ήτανε στην Αλβανία - που έβγαινα από το ατόμό μου, και αισθανόμουν όχι απλά και μόνο αλληλέγγυος, αλλά ταυτισμένος κυριολεκτικά με τη φυλή μου. Και το σύμπλεγμα κατωτερότητας που ένιωθα, μεγάλωσε φτάνοντας στο Παρίσι. Δεν είχε περάσει πολύς καιρός από το τέλος του πολέμου και τα πράγματα ήταν ακόμη μουδιασμένα. Όμως τι πλούτος και τι καλοπέραση μπροστά σε μας! Και τι μετρημένα δεινά επιτέλους μπροστά στα ατελείωτα τα δικά μας! Δυσαρεστημένοι ακόμα οι Γάλλοι που δεν μπορούσαν να 'χουν κάθε μέρα το μπιφτέκι και το φρέσκο τους βούτυρο, δυσανασχετούσανε. Υπάλληλοι, σωφέρ, γκαρσόνια, με κοιτάζανε βλοσυρά και μου λέγανε: εμείς περάσαμε πόλεμο Κύριε! Κι όταν καμμιά φορά τολμούσα να ψιθυρίσω ότι ήμουν Ελληνας κι ότι περάσαμε κι εμείς πόλεμο με κοιτάζανε παράξενα: α, κι εσείς έ; Καταλάβαινα ότι ήμασταν αγνοημένοι από παντού και τοποθετημένοι στην άκρη-άκρη ενός χάρτη απίθανου. Το σύμπλεγμα κατωτερότητας και η δεητική διάθεση με κυρίευαν πάλι. Ξυπνημένες μέσα παλαιές ενστικτώδεις διαθέσεις άρχισαν να αναδεύονται και να ξεκαθαρίζουν.Η παραμονή μου στην Ευρώπη με έκανε να βλέπω πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφο το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά-σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ότι και η μοιρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους - και βέβαια εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο πρώτος σπινθήρας, ήταν το πρώτο εύρημα. Και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση, μου 'δωσε ένα δεύτερο εύρημα. Να δώσω, δηλαδή, σ' αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας εκκλησιαστικής λειτουργίας. Κι έτσι γεννήθηκε το «Αξιον Εστί».

Οδ. Ελύτης

Απόσπασμα από την πολύτιμη εκπομπή με τον Οδυσσέα Ελύτη των Γιώργου και Ηρούς Σγουράκη. Ευρισκόμενος ο Ποιητής στο Σπήλαιο της Αποκάλυψης, στην Πάτμο, διαβάζει "Άξιον εστί".

TΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ - 1977

Θεοδωράκης_Μπιθικώτσης_Κατράκης_Ελύτης

θέατρο Λυκαβηττού - Αύγουστος 1977

 

Live at Lycabetus Theater - Athens (August 1977)
Mikis Theodorakis' AXION ESTI

 


based on the Nobel winning poem of Odysseas Elytis .

✣ Η ΓΕΝΕΣΙΣ 01:42

✣ ΤΑ ΠΑΘΗ
α) ΙΔΟΥ ΕΓΩ ΛΟΙΠΟΝ 07:32
β) Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ 10:05 ▪
γ) ΕΝΑ ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ 14:34 ✓
δ) ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΜΟΥ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ 18:06
ε) ΜΕ ΤΟ ΛΥΧΝΟ ΤΟΥ ΑΣΤΡΟΥ 23:48 "Πού να βρω.. 24:36" ✓
ζ) Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΔΟΣ 26:50 ▪
η) ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΗΛΙΕ ΝΟΗΤΕ 29:22 ✓
θ) ΝΑΟΙ ΣΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ 34:20 (Ορχηστρικό)
ι) ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΙΜΑTΑ 37:35 ✓
κ) ΝΑΟΙ ΣΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ 40:41
λ) ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ 43:56 ▪
μ) ΑΝΟΙΓΩ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΜΟΥ 47:56 ✓
ν) ΣΕ ΧΩΡΑ ΜΑΚΡΙΝΗ 51:36

ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ - Το Δοξαστικόν 54:01
(οι στίχοι ενεργοί στους υπότιτλους CC)


Λαϊκό Ορατόριο για συμφωνική ορχήστρα, χορωδία, μικρή λαϊκή ορχήστρα,
λαϊκό τραγουδιστή, Ψάλτη και αφηγητή.
Ποίηση Οδυσσέας Ελύτης - Μουσική Μίκης Θεοδωράκης

Λαϊκός Τραγουδιστής : ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ
Ψάλτης (Βαρύτονος) : ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΛΟΥΜΠΗΣ
Αφηγητής : ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

Μπουζούκι: ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ / ΛΑΚΗΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ
Σαντούρι: ΤΑΣΟΣ ΔΙΑΚΟΓΙΩΡΓΗΣ

Διεύθυνση: ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ .


Live at Lycabetus Theater - Athens (August 1977)
Mikis Theodorakis' AXION ESTI

based on the Nobel winning poem of Odysseas Elytis .

ΟΜΑΔΑ 4

Music and poetry

Οδυσσέας Ελύτης

Ο Οδυσσέας Ελύτης (Ηράκλειο Κρήτης 2 Νοεμβρίου 1911 - Αθήνα 18 Μαρτίου 1996), (πραγματικό ονοματεπώνυμο Οδυσσέας Αλεπουδέλλης), ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ. Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, Ήλιος ο πρώτος, Προσανατολισμοί κ.α. Διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλάμβανε ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Έργων Τέχνης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κριτικής, Αντιπρόσωπος στις Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura της Ρώμης.

Νεανικά χρόνια

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ήταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τον συνοικισμό Καλαμιάρης της Παναγιούδας Λέσβου και είχε εγκατασταθεί στην πόλη του Ηρακλείου από το 1895, όταν σε συνεργασία με τον αδελφό του ίδρυσε ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας. Το παλαιότερο όνομα της οικογένειας Αλεπουδέλλη ήταν Λεμονός, και αργότερα μετασχηματίστηκε σε Αλεπός. Η μητέρα του καταγόταν από τον Παπάδο της Λέσβου[1].

 

Το 1914 ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσιά του στον Πειραιά και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. O Οδυσσέας Ελύτης εγγράφηκε το 1917 στο ιδιωτικό σχολείο Δ.Ν. Μακρή, όπου φοίτησε για επτά χρόνια, έχοντας μεταξύ άλλων δασκάλους του τον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο και τον Ι.Θ. Κακριδή. Τα πρώτα καλοκαίρια της ζωής του πέρασαν στην Κρήτη, τη Λέσβο και τις Σπέτσες. Τον Νοέμβριο του 1920, μετά την πτώση του Βενιζέλου, η οικογένειά του αντιμετώπισε διώξεις, εξαιτίας της προσήλωσής της στις βενιζελικές ιδέες. Ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε στενές σχέσεις με την οικογένεια και είχε φιλοξενηθεί συχνά στην οικία της στο κτήμα του Ακλειδιού. Αποκορύφωμα των διώξεων που γνώρισε η οικογένειά του ήταν η σύλληψη του πατέρα του. Το 1923 ταξίδεψε οικογενειακώς στην Ευρώπη, επισκεπτόμενος την Ιταλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και τη Γιουγκοσλαβία. Στη Λωζάνη ο ποιητής είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον εξόριστο μετά την πτώση του Ελευθέριο Βενιζέλο.

 

Το φθινόπωρο του 1924 εγγράφηκε στο Γ΄ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και συνεργάστηκε στο περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων, χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα. Όπως ο ίδιος ομολογεί (πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία δίνει ο Ελύτης στο βιβλίο του Ανοιχτά Χαρτιά), πρωτογνώρισε τη νεοελληνική λογοτεχνία, αυτός ο θρεμμένος με παγκόσμια έργα του πνεύματος, που ξόδευε όλα του τα χρήματα αγοράζοντας βιβλία και περιοδικά. Εκτός από την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, ασχολήθηκε ενεργά με ορειβατικές εκδρομές στα βουνά της Αττικής και αντιδρώντας στη διάθεσή του για διάβασμα στράφηκε στον αθλητισμό. Ακόμη και τα βιβλία που αγόραζε έπρεπε να έχουν σχέση με την ελληνική φύση: Καμπούρογλου, Κ. Πασαγιάννης, Στ. Γρανίτσας κι ένας τρίτομος «Οδηγός της Ελλάδος». Την Άνοιξη του 1927 μία υπερκόπωση και μία αδενοπάθεια τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τις φίλαθλες τάσεις του καθηλώνοντάς τον στο κρεβάτι για περίπου τρεις μήνες. Ακολούθησαν ελαφρά συμπτώματα νευρασθένειας και περίπου την ίδια περίοδο στράφηκε οριστικά προς τη λογοτεχνία, γεγονός που συνέπεσε με την εμφάνιση αρκετών νέων λογοτεχνικών περιοδικών, όπως η Νέα Εστία και τα Ελληνικά Γράμματα.

 

Το καλοκαίρι του 1928 πήρε το απολυτήριο του γυμνασίου με βαθμό 73/11. Μετά από πιέσεις των γονέων του, αποφάσισε να σπουδάσει χημικός, ξεκινώντας ειδικά φροντιστήρια για τις εισαγωγικές εξετάσεις του επόμενου έτους. Την ίδια περίοδο ήρθε σε επαφή με το έργο του Καβάφη και του Κάλβου ανανεώνοντας τη γνωριμία του με τη θελκτική αρχαία λυρική ποίηση. Παράλληλα ανακάλυψε το έργο του Πωλ Ελυάρ και των Γάλλων υπερρεαλιστών, που επέδρασαν σημαντικά στις ιδέες του για τη λογοτεχνία, σύμφωνα με τον ίδιο: «...μ’ ανάγκασαν να προσέξω κι αδίστακτα να παραδεχτώ τις δυνατότητες που παρουσίαζε, στην ουσία της ελεύθερης ενάσκησης της, η λυρική ποίηση»

Λογοτεχνία

Κάτω από την επίδραση της λογοτεχνικής του στροφής, παραιτήθηκε από την πρόθεση να ασχοληθεί με τη χημεία και το 1930 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Όταν το 1933 ιδρύθηκε η Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα στο πανεπιστήμιο, με τη συμμετοχή των Κ. Τσάτσου, Π. Κανελλόπουλου, Ι. Θεοδωρακόπουλου και Ι. Συκουτρή, ο Ελύτης ήταν ένας από τους εκπροσώπους των φοιτητών, συμμετέχοντας στα "Συμπόσια του Σαββάτου" που διοργανώνονταν. Την ίδια εποχή μελέτησε τη σύγχρονη ελληνική ποίηση του Καίσαρος Εμμανουήλ (τον Παράφωνο αυλό), τη συλλογή Στου γλιτωμού το χάζι του Θεοδώρου Ντόρου, τη Στροφή (1931) του Γιώργου Σεφέρη και τα Ποιήματα (1933) του Νικήτα Ράντου. Με ενθουσιασμό συνέχισε παράλληλα τις περιπλανήσεις του στην Ελλάδα, τις οποίες περιγράφει ο ίδιος: "Πιονιέροι αληθινοί, μέρες και μέρες προχωρούσαμε νηστικοί και αξύριστοι, πιασμένοι από το αμάξωμα μιας ετοιμοθάνατης Σεβρολέτ, ανεβοκατεβαίνοντας αμμολόφους, διασχίζοντας λιμνοθάλασσες, μέσα σε σύννεφα σκόνης ή κάτω από ανελέητες νεροποντές, καβαλικεύαμε ολοένα όλα τα εμπόδια και τρώγαμε τα χιλιόμετρα με μιαν αχορταγιά που μονάχα τα είκοσί μας χρόνια και η αγάπη μας γι' αυτή τη μικρή γη που ανακαλύπταμε, μπορούσαν να δικαιολογήσουν".

 

Την ίδια περίοδο συνδέθηκε στενότερα με τον Γιώργο Σαραντάρη (1908-1941), ο οποίος τον ενθάρρυνε στις ποιητικές του προσπάθειες, όταν ακόμα ο Ελύτης ταλαντευόταν σχετικά με το αν έπρεπε να δημοσιεύσει τα έργα του, ενώ τον έφερε σε επαφή και με τον κύκλο των Νέων Γραμμάτων (1935-1940, 1944). Το περιοδικό αυτό, με διευθυντή τον Αντρέα Καραντώνη και συνεργάτες παλιούς και νεότερους αξιόλογους Έλληνες λογοτέχνες, όπως οι (Γιώργος Σεφέρης, Γεώργιος Θεοτοκάς, Άγγελος Τερζάκης, Κοσμάς Πολίτης, Άγγελος Σικελιανός κ.ά.), έφερε στην Ελλάδα τις σύγχρονες δυτικές καλλιτεχνικές τάσεις και γνώρισε στο αναγνωστικό κοινό κυρίως τους νεότερους ποιητές, με τη μετάφραση αντιπροσωπευτικών έργων τους ή με άρθρα κατατοπιστικά για την ποίησή τους. Έγινε το πνευματικό όργανο της γενιάς του ’30 που φιλοξένησε στις στήλες του όλα τα νεωτεριστικά στοιχεία, κρίνοντας ευνοϊκά και προβάλλοντας τις δημιουργίες των νέων Ελλήνων

bottom of page